Την τελευταία 25ετία, οι θερμοκρασίες στην Ευρώπη βρίσκονται σε ανοδική τροχιά, φτάνοντας διαρκώς σε νέα ύψη ρεκόρ. Ιδίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, οι μετεωρολόγοι κάνουν ολοένα και περισσότερο λόγο για «καύσωνες-αποκάλυψη», ενώ εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, κυρίως στον ευρωπαϊκό νότο, αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις εστίες τους προκειμένου να σωθούν από την εκδήλωση μεγάλων δασικών πυρκαγιών. Μεσογειακές χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα βρίσκονται συχνότατα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, απειλούμενες από πολλά και ευρέα μέτωπα πυρκαγιών και καταγράφοντας μεγάλο αριθμό θανάτων από θερμοπληξία. Επίσης, η βόρεια Ευρώπη βιώνει θερμοκρασίες οι οποίες, κατά κανόνα, συναντώνται στη Μέση Ανατολή, ενώ μια πρόσφατη έκθεση του γερμανικού Υπουργείου Περιβάλλοντος εκτίμησε τον οικονομικό αντίκτυπο της ξηρασίας, των πλημμυρών και των καυσώνων στη χώρα στα 145 δισ. ευρώ από το 2000 μέχρι σήμερα.
Η κλιματική κατάρρευση αποτελεί πλέον έναν υπαρκτό και παρόντα κίνδυνο. Για να αντεπεξέλθει στη συγκεκριμένη πρόκληση, η ΕΕ έχει αναλάβει τη δέσμευση να μετατραπεί σε κλιματικά ουδέτερη περιοχή μέχρι το 2050, στοιχείο το οποίο συνιστά, μεταξύ άλλων, κεντρικό στόχο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Ατζέντας. Οι πόλεις βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αυτής της μεταβατικής διαδικασίας, καθώς έχουν τη μεγαλύτερη συμβολή στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου παγκοσμίως (σε ποσοστό άνω του 60%, σύμφωνα με το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για τους Ανθρώπινους Οικισμούς – UN Habitat), καταναλώνουν το 78% της παγκόσμιας ενέργειας και σε αυτές βρίσκεται συγκεντρωμένο και κατοικεί το 65% του πληθυσμού της ΕΕ. Αναγνωρίζοντας την πραγματικότητα αυτήν, το πρόγραμμα URBACTIV έχει θέσει ως μια από τις στρατηγικές προτεραιότητές του τη δημιουργία «πράσινων πόλεων». Ωστόσο, τι μπορεί να σημαίνει η μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα για τις θέσεις εργασίας και τις εργασιακές δεξιότητες στην ΕΕ, καθώς η ευρωπαϊκή οικονομία επιχειρεί να πραγματοποιήσει αυτήν την τεράστια «πράσινη μεταστροφή» σε χρονικό διάστημα μικρότερο της μίας γενιάς;
Τι είναι οι πράσινες θέσεις εργασίας;
Οι δίδυμες μεγατάσεις της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης θα επηρεάσουν κάθε βιομηχανικό κλάδο και κάθε επαγγελματική δεξιότητα στο προσεχές μέλλον. Η ΕΕ εκτιμά ότι ένα σύνολο βιομηχανιών έντασης άνθρακα θα έχει εξαφανιστεί τελείως μέχρι το 2050. Στις δραστηριότητες αυτές περιλαμβάνονται η εξόρυξη άνθρακα και λιγνίτη, μαζί με τις υποστηρικτικές τους υπηρεσίες, όπως επίσης η εξαγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η παρακμή των κλάδων αυτών αναμένεται να οδηγήσει στην απώλεια 338.000 θέσεων εργασίας, οι οποίες είναι μαζικά συγκεντρωμένες σε ορισμένες περιοχές. Παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη μεταβατική διαδικασία εμφανίζει, την τρέχουσα περίοδο, σημάδια επιβράδυνσης και αποδυνάμωσης –καθώς τα κράτη μέλη αναβάλλουν τον παροπλισμό των ρυπογόνων αυτών κλάδων της οικονομίας τους, ως επακόλουθο της ενεργειακής κρίσης που πυροδότησε ο πόλεμος στη Ουκρανία– ο πρωταρχικός στόχος πολιτικής της Ευρωπαϊκής Πράσινης Ατζέντας για κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050 ισχύει στο ακέραιο.
Τέσσερις ακόμη βιομηχανικοί κλάδοι –και πιο συγκεκριμένα η χημική βιομηχανία, η βιομηχανία μη μεταλλικών ορυκτών, η βιομηχανία βασικών μετάλλων και η αυτοκινητοβιομηχανία– αναμένεται να μετασχηματιστούν πλήρως, καθώς έρχονται ριζικές αλλαγές στη χρήση ενέργειας και πρώτων υλών κατά την παραγωγική διαδικασία. Εντούτοις, όλοι οι βιομηχανικοί κλάδοι είναι πιθανό να επηρεαστούν από την πραγματοποιούμενη μετάβαση. Ένας πολύ στενός ορισμός της «πράσινης οικονομίας» υποδηλώνει την ύπαρξη ενός σχετικά μικρού εργατικού δυναμικού, της τάξης των 4,5 εκατ. εργαζομένων, συνολικά στην ΕΕ. Όμως, τα επίσημα στατιστικά στοιχεία της ΕΕ δείχνουν ότι οι χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών κλάδοι –οι ταχύτερα αναπτυσσόμενοι της ευρωπαϊκής οικονομίας– απασχολούν ήδη περισσότερο από το 70% του ενωσιακού εργατικού δυναμικού. Καθώς η έννοια της κυκλικότητας ενσωματώνεται ολοένα και περισσότερο στον τρόπο λειτουργίας βασικών βιομηχανικών κλάδων υψηλής ενεργειακής κατανάλωσης όπως οι κατασκευές –οι οποίες, αυτήν τη στιγμή, ευθύνονται για το 1/3 των συνολικών εκπομπών αέριων ρύπων που σχετίζονται με την κατανάλωση ενέργειας στην ΕΕ και πάνω από το 35% του συνολικού όγκου αποβλήτων που παράγονται στην ΕΕ– η συγκεκριμένη τάση θα συνεχίσει να ενισχύεται, όπως το ίδιο θα συμβαίνει και με τη ζήτηση κατάλληλα καταρτισμένου και εξειδικευμένου προσωπικού, από κάθε άποψη σχετικών προσόντων και δεξιοτήτων.
Τι συνεπάγεται η εξέλιξη αυτή σε επίπεδο δεξιοτήτων του ανθρωπίνου δυναμικού των πόλεων;
Όπως διαρκώς επισημαίνει ο Ed Glaeser, καθηγητής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και ειδικός σε θέματα αστικών πολιτικών, οι δεξιότητες συνιστούν ένα πολύτιμο εργαλείο για κάθε πόλη. Επιτυχημένες πόλεις είναι εκείνες που καλλιεργούν, διατηρούν και προσελκύουν ταλέντα. Οι σύγχρονοι οργανισμοί χρειάζονται καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, ενώ οι εργαζόμενοι απαιτείται να επικαιροποιούν, σε μόνιμη βάση, τις δεξιότητές τους προκειμένου να διασφαλίζουν τη ζήτηση της εργατικής δύναμής τους σε μια ανταγωνιστική αγορά εργασίας. Συν τοις άλλοις, ο ρυθμός των αλλαγών στη συγκεκριμένη αγορά είναι διαρκώς επιταχυνόμενος και καθοδηγούμενος από την ψηφιακή καινοτομία καθώς και από την ανάγκη περιορισμού των αέριων ρύπων στην ατμόσφαιρα. Ταυτόχρονα, ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι η ζήτηση ανειδίκευτου ή χαμηλών δεξιοτήτων προσωπικού θα συνεχίσει να βαίνει μειούμενη λόγω της ανάπτυξης σύγχρονων αυτοματοποιημένων συστημάτων αλλά και διαφόρων άλλων ψηφιακών και τεχνολογικών εξελίξεων.
Αυτό αποτελεί, πιθανώς, ένα εντεινόμενο πρόβλημα για τις αστικές οικονομίες. Το προφίλ πολλών εξ αυτών έγκειται στην ύπαρξη ολοένα και περισσοτέρων κενών θέσεων εργασίας, με παράλληλη δημιουργία αποθεμάτων υπολειμματικής ανεργίας και πρόκληση οικονομικής αδράνειας. Το πρόσφατα επικαιροποιημένο Θεματολόγιο Δεξιοτήτων για την Ευρώπη παρατηρεί ότι 70 εκατ. ενήλικες στην ΕΕ στερούνται βασικών δεξιοτήτων αριθμητικής, ανάγνωσης και χειρισμού ψηφιακών συστημάτων. Ταυτόχρονα, υπάρχει ένα ευρύ (και πιθανώς αυξανόμενο) χάσμα δεξιοτήτων, με τους ευρωπαίους εργοδότες σχεδόν να αδυνατούν να βρουν κατάλληλά καταρτισμένο προσωπικό.
Ωστόσο, πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι, συνήθως, τα υψηλότερης κατάρτισης άτομα συμμετέχουν σε δράσεις συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και επιμόρφωσης. Μόνο ένας στους πέντε χαμηλής ειδίκευσης εργαζόμενους λαμβάνει μέρος σε διαδικασίες αναβάθμισης δεξιοτήτων, ελλείψει συχνά πόρων, γνώσεων ή διαθέσιμου χρόνου. Επομένως, απαιτείται μια μεγάλη αλλαγή για την αποφυγή της διεύρυνσης του χάσματος δεξιοτήτων και, κατ’ επέκταση, του κινδύνου εμφάνισης μιας οξυμένης κοινωνικής πόλωσης.
Ποια άτομα απειλούνται περισσότερο από κίνδυνο περιθωριοποίησης και ποια μέτρα λαμβάνουν οι πόλεις για την αντιμετώπιση του κινδύνου αυτού;
Δίκαιη μετάβαση –μια έννοια που αναπτύχθηκε αρχικά από τα εργατικά συνδικάτα της βόρειας Αμερικής– σημαίνει επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας χωρίς αποκλεισμούς ατόμων, ομάδων ή περιοχών. Αποτελεί κεντρικό στοιχείο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Μια πρόσφατη έκθεση του προγράμματος των Αστικών Καινοτόμων Δράσεων της Ευρωπαϊκής Αστικής Πρωτοβουλίας (UIA-EUI), με τίτλο «Δεξιότητες για ένα Πράσινο Μέλλον» (Skills for a Green Future), εστίασε την ανάλυσή της στη διάσταση της απασχόλησης και των δεξιοτήτων εντός του πλαισίου της δίκαιης μετάβασης, παρουσιάζοντας τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι πόλεις καθώς και τις καινοτόμες προσεγγίσεις που αναπτύσσουν ως απάντηση στις προκλήσεις αυτές. Οι πέντε κοινωνικές ομάδες που αναγνωρίζονται ως περισσότερο ευάλωτες στον κίνδυνο της περιθωριοποίησης κατά τη μετάβαση των οικονομιών σε καθεστώς κλιματικής ουδετερότητας είναι οι εξής:
Ευάλωτα άτομα τα οποία είναι ήδη περιθωριοποιημένα στην αγορά εργασίας
Άτομα χαμηλής ειδίκευσης και κατάρτισης
Γυναίκες, ηλικιωμένοι και νέοι
Μικρές επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενοι
Εργαζόμενοι σε ενεργοβόρες και υψηλών ανθρακούχων εκπομπών βιομηχανίες
Όπως επισημαίνει ο Maarten van Kooij, σύμβουλος στρατηγικής στην πόλη του Rotterdam, οι εργαζόμενοι της ολλανδικής πόλης που απασχολούνται ήδη σε επισφαλείς θέσεις εργασίας και κλάδους παραγωγής βρίσκονται αντιμέτωποι με έναν διαρκώς αυξανόμενο εργασιακό κίνδυνο, καθώς η οικονομία βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση. Η πανδημία του κορωνοϊού επιδείνωσε την κατάστασή τους, εξέλιξη η οποία πιστοποιείται από το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, 15.000 από τους 43.000 αυτοαπασχολούμενους της πόλης αιτήθηκαν προσωρινή εισοδηματική υποστήριξη. Με περιορισμένους πόρους στη διάθεσή τους και ελάχιστη πρόσβαση σε διαδικασίες επαγγελματικού προσανατολισμού και δράσεις κατάρτισης, οι εργαζόμενοι παραμένουν ελλιπώς ενημερωμένοι και ανεπαρκώς προετοιμασμένοι για την αλλαγή που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη. Το Rotterdam σχεδιάζει νέες προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση του ζητήματος, συμπεριλαμβανομένων των καινοτόμων Συμφωνιών Εργασιακής Μάθησης (Work Learning Agreements).
Ομοίως, η Anamaria Vrabie, διευθύντρια της Μονάδας Αστικής Καινοτομίας της ρουμανικής πόλης Cluj Napoca, παρατηρεί ότι, παρά το γεγονός ότι η τοπική οικονομία υπήρξε μια μεγάλη ιστορία επιτυχίας κατά την περασμένη δεκαετία, το εργατικό δυναμικό της πόλης βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπο με σημαντικούς κινδύνους εξαιτίας των υψηλών επιπέδων αυτοματοποίησης, με τις επιπτώσεις των τεχνολογικών μεταβολών να αποκτούν μεγαλύτερη βαρύτητα για τα χαμηλότερης ειδίκευσης και κατάρτισης άτομα. Βασισμένη στην ισχυρή συνεισφορά της τοπικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η ανάπτυξη της δημιουργικής και πολιτιστικής βιομηχανίας της Cluj Napoca αποτέλεσε μέρος της ιστορίας επιτυχίας της. Εντούτοις, η πανδημία ανέδειξε την ευάλωτη θέση πολλών εργαζομένων στον συγκεκριμένο οικονομικό τομέα, του οποίου η δομή χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη και δράση πολύ μικρών επιχειρήσεων και αυτοαπασχολουμένων. Η ανάπτυξη του τοπικού προγράμματος προώθησης της επονομαζόμενης «πολιτιστικής επιχειρηματικότητας», σχεδιασμένου για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας κλάδων της δημιουργικής και πολιτιστικής βιομηχανίας, υπήρξε μια πολύ σημαντική καινοτομία. Μέσω της υλοποίησης του έργου των Αστικών Καινοτόμων Δράσεων «Cluj το Μέλλον της Εργασίας» (UIA – Cluj Future of Work), η ρουμανική πόλη υιοθετεί, επίσης, πιλοτικά καινοτόμες προσεγγίσεις για την προετοιμασία ενός σχεδίου προώθησης της απασχολησιμότητας ατόμων προερχομένων από την κοινότητα των Ρομά (μια εκ των πιο ευάλωτων εθνοτικών κοινοτήτων στην Ευρώπη), με την αξιοποίηση ποικίλων προσβάσεων και διασυνδέσεων στην κυκλική οικονομία.
Από την πλευρά της, η Sonia Dominguez, υπεύθυνη επί των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων στην ισπανική πόλη Viladecans, τονίζει τον κεντρικό ρόλο των πολύ μικρών επιχειρήσεων για την τοπική κοινωνία και οικονομία καθώς και την ανάγκη λήψης ουσιαστικών μέτρων για την έμπρακτη προστασία και υποστήριξή τους. Ειδικότερα, ο τρόπος διενέργειας των δημοσίων συμβάσεων στη Viladecans υπήρξε καταλυτικός παράγοντας ως προς την αλλαγή παγιωμένων νοοτροπιών σε τοπικό επίπεδο, ενώ σημαντικό ρόλο έπαιξε και η ιδιαίτερη χωροταξία της πόλης σε φυσικές και ψηφιακές εγκαταστάσεις/υποδομές, συμβάλλοντας στην προώθηση διατομεακών συνεργασιών. Το συγκεκριμένο στοιχείο άσκησε ισχυρή επίδραση ως προς την ενίσχυση του διαλόγου μεταξύ επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται τόσο σε παλιούς όσο και νέους οικονομικούς κλάδους.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση του προγράμματος των Αστικών Καινοτόμων Δράσεων, η ενεργειακή μετάβαση θα έχει, επίσης, επιπτώσεις στο ισοζύγιο της εκπροσώπησης και συμμετοχής των δύο φύλων στο εργατικό δυναμικό, δημιουργώντας περισσότερες θέσεις εργασίας που παραδοσιακά απευθύνονται σε άνδρες, σύμφωνα με έρευνα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Για παράδειγμα, στον κλάδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπου ο αριθμός των θέσεων εργασίας προβλέπεται να εκτιναχθεί από τα 10,3 εκατομμύρια το 2017 στα 29 εκατομμύρια το 2050, μόνο το 32% του σημερινού εργατικού δυναμικού είναι γυναίκες. Σε απάντηση, η Viladecans έχει δρομολογήσει παρεμβάσεις για τη μεγαλύτερη ενημέρωση και πληροφόρηση των γυναικών σχετικά με την αλλαγή που βρίσκεται σε εξέλιξη στο διεθνές εργασιακό περιβάλλον, καθώς επίσης σχετικά με τις ευκαιρίες και τους κινδύνους που συνεπάγεται αυτή η μεταβολή.
Η σύνδεση ανάμεσα στους στόχους της ισότητας των δύο φύλων και της μετάβασης σε καθεστώς κλιματικής ουδετερότητας είναι σαφής. Στο πλαίσιο αυτό, όπως υπογραμμίζει ο Matthew Bach, στέλεχος του διεθνούς οργανισμού για την προώθηση της συνεργασίας και δικτύωσης μεταξύ τοπικών και περιφερειακών αρχών στον τομέα της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης «ICLEI – Local Governments for Sustainability», καθίσταται αναγκαία η αποτελεσματική συνδυαστική εφαρμογή της ατζέντας για το κλίμα και της ατζέντας για την κοινωνική δικαιοσύνη προκειμένου οι πόλεις να επιτύχουν τους στόχους τους για δίκαιη μετάβαση. Η συγκεκριμένη διαδικασία συνεπάγεται την υλοποίηση εμπεριστατωμένων και καλά στοχευμένων επενδυτικών δράσεων, την ύπαρξη κινήτρων για την προώθηση διατμηματικών συνεργασιών εντός των διοικητικών δομών και μηχανισμών, όπως επίσης τη δημιουργία αποτελεσματικών εταιρικών σχέσεων μεταξύ δημοσίων φορέων, ιδιωτικών φορέων και ΜΚΟ.
Τι μέλλει γενέσθαι από εδώ και πέρα;
Οι επικείμενες προκλήσεις για τις ευρωπαϊκές πόλεις δεν μπορούν να υπερεκτιμηθούν. Όπως λέει κι ένα γνωστό σλόγκαν, «Δεν υπάρχει δεύτερος πλανήτης» (There is no planet B) και, κατά συνέπεια, οι πόλεις υποχρεούνται να προωθήσουν και επιταχύνουν την υλοποίηση της μετάβασης σε μια κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη. Οι πρωτοπόρες στο πεδίο αυτό πόλεις δείχνουν, ήδη, τον δρόμο, ενώ συναφείς πρωτοβουλίες της ΕΕ, όπως η «Αποστολή για 100 Κλιματικά Ουδέτερες και Έξυπνες Πόλεις έως το 2030» (EU Mission for 100 Climate-Neutral and Smart Cities by 2030) και οι «Επεκτάσιμες Πόλεις» (Scalable Cities), δίνουν τον ρυθμό των εξελίξεων. Παρόλ’ αυτά, απαιτείται μια μαζική κινητοποίηση για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας, με τις μικρές και μεσαίες πόλεις σε πλήρη δράση και εγρήγορση. Η υποστήριξη όλων των ευρωπαϊκών πόλεων για την υλοποίηση μιας επιτυχούς μετάβασης απαιτεί την εντατικοποίηση των προσπαθειών από την καθεμία πλευρά.
Μια δίκαιη πράσινη μετάβαση απαιτεί, επίσης, έξυπνη συνεργασία μεταξύ διαφόρων τομέων, υπηρεσιών και κλάδων παραγωγής με χαρακτήρα «παραδοσιακών σιλό», με τη συνδρομή, επιπλέον, έξυπνων στρατηγικών επενδύσεων. Το πρόγραμμα URBACTIV, βασισμένο στους κύριους πυλώνες δράσης του για τη δημιουργία πράσινων, ψηφιακών και φυλετικά ίσων πόλεων, προνοεί και μεριμνά για την αντιμετώπιση των σύγχρονων αυτών αναγκών των ευρωπαϊκών πόλεων, διαμορφώνοντας πεδία συνεργασιών, αμοιβαίας εκμάθησης και ανάπτυξης ικανοτήτων. Επιπρόσθετα, προσφέρει μια πλατφόρμα μεταφοράς εμπειριών και μεθόδων εργασίας σε καινοτόμες και επιδραστικές αστικές παρεμβάσεις, τόσο μέσω των καλών πρακτικών που το ίδιο προάγει όσο και μέσω της τρέχουσας συνέργειας με το πρόγραμμα των Αστικών Καινοτόμων Δράσεων της Ευρωπαϊκής Αστικής Πρωτοβουλίας (UIA-EUI).